Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2016

ΤΟ ΑΠΟΛΙΘΩΜΕΝΟ ΔΑΣΟΣ ΤΗΣ ΛΗΜΝΟΥ


Το Απολιθωμένο Δάσος
 της Λήμνου - Ένα Δάσος Διεθνούς Εμβέλειας Ηλικίας 20 εκ. ετών 


Το απολιθωμένο δάσος (βλέπε πιο κάτω το χάρτη) δημιουργήθηκε εξαιτίας ευνοϊκών συνθηκών απολίθωσης του δάσους που υπήρχε στην περιοχή πριν από 30 εκατομμύρια χρόνια. 

Η δημιουργία του πετρωμένου δάσους συνδέεται άμεσα με την ηφαιστειακή δράση της ευρύτερης περιοχής του Αιγαίου κατά τη διάρκεια κυρίως του Μειοκαίνου. Εκέινη τη εποχή υπήρχε μια γενικευμένη ηφαιστειακή δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή του ΒΑ Αιγαίου και τη Μικρά Ασία εξαιτίας της παρουσίας του τότε ηφαιστειακού τόξου του Ελλαδικού χώρου.

Έτσι σε περίοδο έντονης ηφαιστειακής δραστηριότητας εκσφενδονίζονταν από τον κρατήρα του ηφαιστείου λάβες, πυροκλαστικά υλικά, ηφαιστειακή στάχτη, η οποία κάλυψε την πλούσια υποτροπική βλάστηση της περιοχής.

Ταυτόχρονα με την ηφαιστειακή δράση δημιουργήθηκαν θερμά διαλύματα πλούσια σε διαλυμένο διοξείδιο του πυριτίου και έτσι άρχισε μια έντονη υδροθερμική κυκλοφορία. Τα τελευταία εισέδυσαν και διαπότισαν τα ηφαιστειακά πετρώματα, στα οποία ήδη βρίσκονταν οι κορμοί των δένδρων και έτσι άρχισε η διαδικασία της απολίθωσης, δηλαδή η αντικατάσταση μόριο προς μόριο, της οργανικής φυτικής ύλης από ανόργανα υλικά του περιβάλλοντος. Η μεγαλύτερη εμφάνιση των φυτικών λειψάνων και κορμών της Λήμνου παρατηρείται μέσα στους πυροκλαστικούς σχηματισμούς της ενότητας Ρωμανού, Βάρους, Κότσινα και Πορτιανού. 

Χάρτης Απολιθωμένου Δάσους Λήμνου (οι κορμοί συμβολίζουν τα σημεία στα οποία βρέθηκαν απολιθώματα)





















Κατά την απολίθωση, η οποία στην περίπτωση του δάσους του Δήμου Μούδρου είναι τέλεια, διατηρούνται σε άριστη κατάσταση τα εξωτερικά μορφολογικά γνωρίσματα των κορμών των δέντρων, π.χ. οι αυξητικοί δακτύλιοι, αποτυπώματα φλοιού κ.λ.π. καθώς επίσης και η εσωτερική δομή του απολιθωμένου ξύλου, από τη μικροσκοπική μελέτη της οποίας προσδιορίζεται το γένος ή το είδος του απολιθωμένου δένδρου. 

Παλαιοβοτανικά Ευρήματα

Νεώτερες έρευνες του Πανεπιστημίου Αθηνών αποκάλυψαν νέα ευρήματα σε πολλές νέες θέσεις, με τη μορφή ιστάμενων κορμών, τμημάτων απολιθωμένων ξύλων, ριζικών κόμβων φοινίκων, Γυμνόσπερμων, Αγγειόσπερμων δένδρων καθώς επίσης και εκμαγεία απολιθωμένων φύλλων, καρπών και σπερμάτων υποτροπικών φυτών.

Μέχρι πρότινος, όπως προκύπτει από την υπάρχουσα βιβλιογραφία, εθεωρείτο ότι το απολιθωμένο Δάσος της Λήμνου αποτελούσε την προς τα δυτικά και βόρεια προέκταση του απολιθωμένου δάσους της Λέσβου. Και πράγματι αυτό ισχύει για την παλαιοχλωρίδα του Κατωτέρου Μειοκαίνου, η οποία έχει διατηρηθεί μέσα στα ηφαιστειοϊζιματογενή πετρώματα της περιοχής. 

Τα πλούσια αυτά ευρήματα "μιλούν" για δάσος που είχε αναπτυχθεί σε συνθήκες υποτροπικού κλίματος πριν από 25 με 20 εκατομμύρια χρόνια.

Οι πρώτες εκτιμήσεις γύρω από την ηλικία του αρχαιότερου αυτού απολιθωματοφόρου κοιτάσματος είναι σύμφωνες με την χρονολόγηση στο όριο Ηωκαίνου-Ολιγικαίνου, δηλαδή πριν από 34 με 30 εκατομμύρια χρόνια.

Η παρουσία μαζί με τα παλαιοβοτανικά ευρήματα κι ενός μαλακίου που χαρακτηρίζει υφάλμυρο περιβάλλον απόθεσης δείχνει ότι η εν λόγω παλαιοχλωρίδα έχει αποτεθεί σε έναν παλαιοκόλπο της τότε εποχής και περιλαμβάνει είδη από Φοίνικες, Κωνοφόρα, Δαφνίδες και Φηγιίδες.

Επίσκεψη στο Απολιθωμένο Δάσος Δήμου Μούδρου

Σήμερα ο επισκέπτης της Λήμνου δεν έχει πολλές εναλλακτικές λύσεις προκειμένου να επισκεφθεί το Δάσος και να ενημερωθεί γι' αυτό, παρότι η επιστημονική μελέτη της ευρύτερης περιοχής του απολιθωμένου δάσους Μούδρου Λήμνου βρίσκεται σε προχωρημένο επίπεδο.

Μια από τις καλύτερες επιλογές σήμερα είναι η επίσκεψη στο Δημαρχείο του Μούδρου όπου παρουσιάζονται εντυπωσιακά ευρήματα από τις νέες ανασκαφές της ομάδας του Πανεπιστημίου Αθηνών από την ευρύτερη περιοχή του Μούδρου.

Η Σημασία του Απολιθωμένου Δάσους Μούδρου Λήμνου

Το απολιθωμένο δάσος θεωρείται από ειδικούς και ξένους ερευνητές ανεπανάληπτο γεωλογικό μνημείο και συγκεντρώνει σπάνια επιστημονικά δεδομένα.



Πηγή: Ιστότοπος Πρώην Δημαρχείου Μούδρου 
(Την επιστημονική επιμέλεια των κειμένων που αντλήθηκαν από τον ιστότοπο την έχει κάνει ο  Καθηγητής Ευάγγελος Βελιτζέλος)
(Υπεύθυνος για τα κείμενα και τους προσδιορισμούς που αντλήθηκαν από τον ιστότοπο είναι ο Δημήτριος Βελιτζέλος, Γεωλόγος, Παλαιοβοτανικός - με μικρή επεξεργασία από το συντάκτη του παρόντος ιστότοπου)

Ιστοσελίδα Γυμνασίου Μούδρου: https://sites.google.com/site/physikesepistemesgymnasio/limnepist/limne/sa

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Το πλοίο της γραμμής


 
Του κ. Γιώργου Χρήστου 
 
 
ΠΡΙΝ ΠΕΝΗΝΤΑ τόσα χρόνια δυο καράβια εναλλάξ έκαναν το δρομολόγιο ΛΗΜΝΟΥ-ΠΕΙΡΑΙΑ .Το ΚΑΝΑΡΗΣ και το ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ,κατασκευής 1952 .Πανομοιότυπα, δοσμένα λέει από τους Ιταλούς για πολεμική αποζημίωση. Ήταν ψηλά σκαριά χωρίς καρίνα, μικρά σε σχέση με τα σημερινά και με λίγη θάλασσα, κουνούσαν πολύ άσχημα για τους ….αμάθητους. Πολύ σπάνια σε ταξίδι να μην πάθαινες στομαχικές διαταραχές.
ΤΑ ΘΥΜΑΜΑΙ σαν να είναι τώρα, καθισμένος με άλλα παιδιά στο λόφο του ΤΣΑΣ, να μπαίνει μεγαλόπρεπα στο λιμάνι και με αναμμένα όλα του τα φώτα, περίπου γύρω στις 8 και να φουντέρνει ανοιχτά ,χωρίς να πλευρίζει. Αμέσως να σπεύδουν οι μαούνες για να βγάλουν επιβάτες και προιόντα.
ΕΚΕΙΝΗ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ στο λιμάνι γινόταν αληθινό πανηγύρι. Κόσμος που πήγαινε για βόλτα και για να χαζέψει τον ερχομό του πλοίου, αλλά και ταξιδιώτες ,που άλλοι έρχονταν και άλλοι έφευγαν. Ήταν σαν να λέμε το σπουδαίο γεγονός της μικρής τότε πόλης του ΚΑΣΤΡΟΥ, γι αυτό και όλο αυτό το σκηνικό.
ΔΕΚΑ ΤΟ ΒΡΑΔΥ το πλοίο σφύριζε τρεις φορές και αναχωρούσε για τη Μυτιλήνη που έφτανε στις 7 το πρωί. Η πεντάωρη καθυστέρηση είχε σα σκοπό να διεκπεραιώνουν οι Λημνιοί υποθέσεις τους αφού ήταν η έδρα του Νομού .Όλοι τρέχαμε για πατσά ή γάλα ύστερα από τις στομαχικές διαταραχές που είχαμε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.
ΣΤΙΣ 2 ΜΕΤΑ το μεσημέρι αναχωρούσε για ΧΙΟ-ΠΕΙΡΑΙΑ ,όπου και έφτανε στις 7 το πρωί της ………..ΤΡΙΤΗΣ. Λογαριάστε πόσες ώρες ταξίδι και πόση ταλαιπωρία στους ανθρώπους η πλειονότητα των οποίων ταξίδευαν στο …κατάστρωμα..

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Τα γεννητούρια της Δέσποινας

                                                           (φωτογραφία αρχείου)


Του κ. Γιώργου Χρήστου
 

ΣΥΝΤΑΞΙΔΕΥΑΜΕ με το Βασίλη τον Κλαπανίκο, με καταγωγή από το Κοντοπούλι, για την αγαπημένη μας ΛΗΜΝΟ και τον άκουγα με μεγάλο ενδιαφέρον να μου λέει παλιές ιστορίες από την Καλλιόπη και το Κοντοπούλι. Πρόσωπα, Κατοχή, σκληρή δουλειά, γεννήσεις, υλικό πολύτιμο για μένα. 
ΗΤΑΝ, μου διηγήθηκε, Ο ΜΗΝΑΣ του θερισμού, πάνω στη μεγάλη φούρια της γεωργικής εργασίας, πρίν από 65 τόσα χρόνια. Η Δέσποινα γυναίκα του Σάββα ήταν έγκυος κι ετοιμόγεννη. Κατέβηκε καθώς μου είπε η αδερφή μου στο γιατρό στο Κάστρο και ο γιατρός τη συμβούλεψε να κάτσει δυο τρεις μέρες στο Κάστρο γιατί δεν ήταν η ώρα της ακόμη για να γεννήσει. -Θα πάγου γιατρέ να ζμώσου κι θα ξαναέρτου. 
Ο Βασίλης μπαίνει στην ιστορία γιατί πήγε να φέρει στη μάντρα τη μαμμή από το χωριό, για να ξεγεννήσει τη Δέσποινα, γιατί την έπιασαν οι πόνοι. Όταν λοιπόν έφερε τη μαμή, βλέπει την Δέσποινα με μια τεράστια κοιλιά να σηκώνει την πινακωτή(ΠΝΑΚΟΥΤΗ) με καμιά δεκαριά ψωμιά και να τα πηγαίνει στο φούρνο. Αφου τέλειωσε η αποστολή του έφυγε για δικιά του δουλειά και γύρισε ύστερα από πέντε ώρες περίπου. Ο ΣΑΒΒΑΣ ,ο άντρας της ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ, είχε πάρει να θερίσει 20 στρέμματα κριθαριού ,στην περιοχή του Αγίου Νικολάου Κοντοπουλίου όπου και έμενε προσωρινά με την οικογένειά του, τα οποία θέριζε μόνος του για να γλυτώσει τα εργατικά. 
Ύστερα από πέντε ώρες γυρνώντας ο Βασίλης παρατηρεί από μακριά να είναι στο θερισμό μαζί με το Σάββα και μια γυναίκα. Σκέφτηκε πως θα ήταν η κόρη του η μεγάλη αλλά και πάλι αυτή ήταν μικρό κορίτσι και δεν θα μπορούσε να θερίσει. Από περιέργεια πηγαίνει κοντά για να δει ποια ήταν η γυναίκα που συντρόφευει το Σάββα στο θέρος. ΑΝΟΙΞΕ ΔΙΑΠΛΑΤΑ τα μάτια του από έκπληξη σαν είδε τη… Δέσποινα να θερίζει πέντε ώρες μετά τη γέννα της, γέννας ΤΡΙΩΝ παρακαλώ παιδιών.
Δυστυχώς το ένα, αγοράκι, πέθανε και έμεινα τα δυο κοριτσάκια. ΓΙΑΤΙ η δικιά μου έκπληξη θαρρείτε πως ήταν μικρότερη, τη στιγμή που δεν ήξερα πως γέννησε τρία παιδιά αφού εγώ γνώριζα μόνο τη Φωτεινή και τη Δήμητρα σαν δίδυμες. ΑΥΤΕΣ ΗΤΑΝ οι παλιές Λημνιές γυναίκες, οι οποίες είχαν ισότιμο με τον άνδρα λόγο μέσα στο σπίτι, αλλά στις γεωργικές εργασίες δεν έκαναν πίσω, έστω κι αν περνούσαν τη επώδυνη διαδικασία της γέννας.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

«Δεν έχω παράπονο απ’ τον κόσμο. Έχω όμως παράπονα απ’ τη ζωή που δεν έζησα»

«Ο ΔΗΜΗΤΡΟΣ» 

Του Γ. Φίκαρη
Τον γνώρισα μικρό παιδί τη δεκαετία του 50 τσοπάνη και παραγυιό. Με γένια και μαλλιά ακούρευτα και αχτένιστα,γεμάτα άχυρα. Απλησίαστο, απόμακρο και καχύποπτο. Σχεδόν άγριο. Τα βράδυα δεν έμπαινε στο καφενείο του χωριού. Έβαζε τα δύο του χέρια στο τζάμι και προσπαθούσε να δει τι γινόταν στο εσωτερικό του καφενείου. Μετά,δειλά- δειλά ημέρεψε κι έμπαινε διστακτικά μέσα. Σε λίγο καιρό άρχισε να μιλά με τους χωριανούς. Άργότερα, έγινε ο μόνιμος και ο τελευταίος πελάτης του καφενείου, γιατί μετα τόν περίμενε το αφιλόξενο περιβάλλον της μάντρας. Κρεβάτι του το παχνί των ζώων, μια μεγάλη αστιβιά και ένα παλιοκούρελο για κατοσέντονο. Τούς χειμώνες, με τις τότε μακροχρόνιες παγωνιές, έμπαινε στην αχυρώνα και σκεπάζονταν με άχυρο μέχρι το λαιμό για να μήν κρυώνει.Εκεί πέρασε πολλά απ τα παιδικά, τα εφηβικά και τα υπόλοιπα μέχρι τα τριάντα του.
Στη Λήμνο, τη μεταπολεμική περίοδο η ανέχεια των οικογενειών που δεν είχαν η είχαν μικρό κλήρο, τις ανάγκαζε να στέλλουν τα παιδιά τους σε άλλλες με πρόβατα και χωράφια. Αυτούς που έλεγαν κεχαγιάδες. Αυτό ήταν το «στηχισμα». Ένα είδος προφορικής συμφωνίας, που γινόταν στο πανιγύρι της Παναγίας του 15Αύγουστου. Δέν υπήρχε χρηματικό ποσό στη συμφωνία. Μιά φορεσιά, ένα ζευγάρι λαστιχένια παπούτσια,τρία «πινάκια» στάρι η κριθάρι, άντε και κανένα αρνί.Δουλειά; όσο άντεχες.Τσοπάνος για τα πρόβατα, βολευτής των άλλων ζώων, και όλες τις άλλες κτηνοτροφικές και αγροτικές δουλειές του δυνάστη κεχαγιά.
Στό καφενείο τον αντάμωνα σχεδόν καθε μέρα.Καμιά φορά πίναμε και από ένα ρακί και λέγαμε ιστορίες του κυνηγιού, που ήταν χόμπυ και των δύο. Εκείνη τη μέρα φάνηκε ότι ήθελε να πει και να ξεσπάσει. Έτσι δεν άργησε να αρχίσει :

«Από οκτώ χρόνων «στηχιμένος», μου είπε. Τσοπανέρι σε ξένα χέρια, μακρυά απ το κόσμο. Έφτασα σχεδόν στα 30 μου για να αρχίσω να σκέπτομαι ότι πρέπει να καλλιτερέψω τη ζωή μου και να πάω κοντά στον υπόλοιπο κόσμο. Μέχρι τότε δεν είχα κοιμηθεί σε κρεβάτι. Ούτε καν σε στρώμα. Το καλοκαίρι λίγες αστιβιές σε ένα παχνί και ένα παλιοκούρελο για κατοσέντονο να μην με αγκυλώνουν. Και το χειμώνα, χωνόμουν στο άχυρο του αχυρώνα μέχρι το λαιμό για να μην κρυώνω.
Νερό δεν είχε στη μάντρα. Από ένα ξεροπήγαδο έβγαζα λίγο νερό και το έριχνα στα μούτρα μου για να ξενυστάξω. Έπλενα το σώμα μου μόνο το καλοκαίρι, που κουρεύαμε τα πρόβατα και τα πηγαίναμε στη θάλασσα και τα κάναμε μπάνιο. Το φαί σκέτο ξερό ψωμί. Σπάνια λίγο τυρί γεμάτο απίδαλους ή καμιά παστή σαρδέλα. Ούτε τσορβά , ούτε ζεστό.Μαγειρεμένο ποτέ. Καμιά φορά στα κρυφά έβγαζα λίγο γάλα από καμιά προβατίνα και βουτούσα το ξερό ψωμί. Κάποτε με προλάβε ο κεχαγιάς και κλώτσησε το τσίγκινο πιάτο με το γάλα και το ψωμί. Σημάδι ότι δεν έπρεπε να το ξανακάνω.
Στα τριάντα μου, καταφρονεμένος και ξεχασμένος ακόμα και από τους γονείς και τ’ αδέλφια μου, αποφάσισα να πλησιάσω τους ανθρώπους και να γίνω σαν κι αυτούς. Άρχισα να πηγαίνω σε κάθε είδους μεροκάματο και δυνατός και φιλότιμος όπως ήμουν, έγινα περιζήτητος και άρχισα να μαζεύω χρήματα. Πρώτο μεροκάματο 12 δρχ. Βρήκα μια κοπελούδα και παντρεύτηκα . Έκαμα κι ένα παιδί. Δεν ήταν τυχερό. Τήν έχασα πολύ γρήγορα κι έφυγα για τη χώρα όπου κατάφερα να μπώ στο σωματείο των λιμενεργατών-εκφορτωτών και το μεροκάματο έγινε τότε καλό.Τις μέρες που δεν είχε καράβι δούλευα στα φορτηγά, στα εμπορικά και όπου αλλού εύρισκα. Κοιμόμουν σ’ ένα καλύβι, μέχρι που βρήκα μια δεύτερη σύντροφό και μετακόμισα στο σπίτι. Δόξα το θεό, και λεφτά έκαμα και το παιδί βοήθησα και το τακτοποίησα και ζώ καλά γεράματα. Έχω όμως παράπονα απ’ τη ζωή για τα νειάτα που δεν έζησα, δεν χάρηκα κι εγώ σαν όλους τους άλλους.
«Ας είναι καλά ο κόσμος. Δεν έχω παράπονο από κανένα», έκλεισε την κουβέντα του εκεί. Σηκώθηκε , με χαιρέτησε και έφυγε αμίλητος.

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

Το “βάπτισμα” στη θάλασσα

Του Γ. Φίκαρη

Πρωτομπαρκάρησα στα 16 μου με ένα σκυλοπνίχτη 35 τόνων. Τότε για να μπαρκάρεις σε καράβι ήθελε προϋπηρεσία. Βάλθηκα να την κάνω πριν την ώρα της. Ένα μήνα το καλοκαίρι, Λήμνο-Θεσσαλονίκη. Δυο άτομα πλήρωμα κι ο καπετάνιος, o ιδιοκτήτης. Οι δυο μας το φορτώναμε και το ξεφορτώναμε. M’ έβαλε στο τιμόνι μόλις βγήκαμε απ το λιμάνι κι εκείνος πήγε και κοιμήθηκε. Ήτανε, λέει, ξενύχτης. Σε λίγο άρχισα να ξερνώ. Έβγαινα απ το σπηράγιο για να μην το λερώσω και ξαναγύριζα στο τιμόνι. Έφυγα στο δεύτερo ταξίδι, φτάνοντας στη Μύρινα. Άφησα και το φυλλάδιο. Χάρισμά σου του είπα, εγώ εγκαταλείπω... 

Τον άλλο χρόνο ,τελειώνοντας το τότε γυμνάσιο, άρχισαν πάλι σκέψεις για το σήμερα και το αύριο. Καμιά άλλη προοπτική κι ελπίδα. Ετοιμάστηκα να φύγω αλλά με πρόλαβε το ξεμπαρκάρισμα δυο μεγαλύτερων της οικογένειας. Πιάσανε να με συμβουλέψουν.

-«Τέσσερα χρόνια τζόβενο και ναύτης είναι πολλά. Να γίνεις μαρκόνης, μου είπαν. Έτσι μπορεί να μείνεις εσύ πίσω άμα μετανιώσεις. Να σ’ έχουνε και οι γέροι μας συντροφιά.»

Τελειώνοντας τη σχολή μπαρκάρισα σχεδόν αμέσως. Πήρα το καράβι απ’ τη Μασσαλία. Μου φόρτωσαν και μια ντουζίνα Πακιστανούς και Ινδούς πλήρωμα. Ταλαιπωρήθηκα να τους κουμαντάρω. 

Φτάνοντας στα σύνορα Ιταλίας- Γαλλίας τους έβγαλαν απ’ το τραίνο οι Γάλλοι. Μύριζαν αυτοί, τα γιατροσόφια και τα κιλίμια τους. Βγήκα κι εγώ μαζί τους και περίμενα το επόμενο τρένο. Ξαναμπήκαμε. Στο δρόμο πάλι τα ίδια με τους ελεγκτές. Αργά το βράδυ φτάσαμε επιτέλους στη Μασσαλία, όπου έλειπαν τρείς. Μας περίμενε ο γραμματικός στο σταθμό. 

-«Καλωσόρισες και εύγε. Καλά τα κατάφερες», μου είπε.

Πρώτη ψυχρολουσία. Είκοσι χρονών, πρωτόβγαλτος. Να μπερδεύεται η γλώσσα και τα πόδια σου. Να πνίγεσαι και να σου ζητούνε να τα βάλεις με τους Γάλλους ρατσιστές. Που καταλάβαιναν εγγλέζικα αλλά σου απαντούσαν γαλλικά που εσύ δεν ήξερες.

Στο καράβι η ατμόσφαιρα άλλαξε. Όλα φάνταζαν ωραία, πολυτελή και πεντακάθαρα. Το μεσημέρι καθήσαμε στην τραπεζαρία με τους Γάλλους, που θα μας παρέδιναν το βαπόρι. Τα ορντέβρ με το ricard, o σερβιτόρος να φέρνει ένα- ένα κομμάτια του πρώτου, του δεύτερου και του τρίτου πιάτου, ο μετρ να παρακολουθεί κι εμείς να τα χάφτουμε με μια μπουκιά και να περιμένουμε το επόμενο. Ιεροτελεστία το φαΐ για τους Γάλλους. Δυο-τρεις ώρες υπόθεση. Η άγνοιά μας για το Σαβουάρ βιβρ, σε όλο της το μεγαλείο. Χαμογελούσαν όμως οι Γάλλοι καλοκάγαθα. Τούς άρεσε η άγνοια και η αγνότητά μας. Σε δυο-τρεις μέρες ήρθε και η ώρα της αναχώρησης. Τα προβλήματα της επαγγελματικής ανεπάρκειας, της έλλειψης πείρας και της προσαρμογής στις δύσκολες συνθήκες του ταξιδιού. Κοντά και τα πειράγματα των παλιότερων. Αλίμονο στα «τζόβενα», τα «καμαροτάκια» και τους «καθαριστές», που τους έπιανε η θάλασσα και ζαλίζονταν. Κάποιους τους στέλνανε στη μηχανή να φέρουν το γατζόκλειδο για να κουρντίσουν το χρονόμετρο της γέφυρας κι άλλους να φέρουν νερό να ποτίσουν τα λουλούδια της μηχανής. Και να είσαι στο βόρειο Ατλαντικό- τόξο η πορεία- στό Bay, στα μουσώνια του Ινδικού και τους κυκλώνες του Ειρηνικού. Ευτυχώς η Μεσόγειο μας έκανε τη χάρη. 

Τελικά όλα τα γιατρεύει ο χρόνος. Φτάνεις γρήγορα στη γεροσύνη και τη γνώση κι αλλάζει η εικόνα σου, η δύναμη και η θέλησή σου. Μόνο η θύμηση αυτών που άφησες πίσω σου μένει να σου τριβελίζει το μυαλό. Κυρίως της μάνας που ξέρεις ότι σε έχει πάντα στη σκέψη της και ανάβει για σένα το καντήλι κάθε μέρα. Και να μην ήθελα μου τη θύμιζε το ρόδι που μου έδωσε φεύγοντας η γιαγιά μου και το είχα κρεμασμένο στο μπουλμέ.

Πέρασα καλά χρόνια στη θητεία μου στα καράβια. Καλύτερα απ όλα τα επόμενα . Παρόλο που αυτά ήταν δεμένα με τα προηγούμενα. Είδα πολλά και έμαθα πολλά, που με βοήθησαν να ξεχωρίζω τα πράγματα, να γίνω πιο ανθρώπινος και πιο άξιος. Τελικά , καλύτερα να σπάσεις μια πλώρη ή να κάψεις έναν ασύρματο, απ’ το να συνεργείς να μεγαλώνει το απόστημα που λέγεται ζωή στη στεριά, για το κέρδος, τη δόξα και το τίποτα . Να γίνεσαι τροχός που πατά ό,τι έχεις μπροστά σου, φτάνει να είσαι δυνατός, ασυλλόγιστος η αχαλίνωτος. Να σπέρνεις την καταστροφή και να μη σε νοιάζει, αρκεί να γίνεται το δικό σου η των πατρώνων σου, καλή ώρα......

Γι αυτό ο στοχαστής κωδικοποιεί, συγκρίνει, ανεβάζει και εξυμνεί τους ανθρώπους της θάλασσας:

«Η θάλασσα έχει τη δικαιοσύνη της. Καλύτερη από τη στεριά.Δεν έχει λόγια· έκαμες — έλαβες· σου το εκρέμασε ώστε να ειπής απίδι· σου το ετίναξε απάνω σαν αστραπόβολο!…»

«Οι ναύτες είναι ακροβάτες... Μπορούνε ν' ανεβούνε στην κορφή του καταρτιού από ένα σκοινί, χωρίς ν' ακουμπάνε τα πόδια τους πουθενά. Μπορούν να κρατηθούν για μια στιγμή κρεμασμένοι απ' τα δόντια, να περπατήσουνε πάνω σ' έναν κάβο τεντωμένο κι από κάτω τους να κυλάει το ρέμα. Τα χέρια τους είναι γιομάτα σημάδια από χτυπήματα, μαγκώματα. Σε κάποιους λείπει δάχτυλο. Το 'φαγε μακαράς, συρματόσκοινο, βίντσι. Απόμεινε χάμω ζεστό για λίγο. Η γάτα το μύρισε κι έφυγε. Ο σκύλος του καραβιού το γνώρισε και το 'γλειψε. Το σάρωσε το τζόβενο μαζί με τ' άλλα σκουπίδια.» Ν. Καββαδίας