Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

«Δεν έχω παράπονο απ’ τον κόσμο. Έχω όμως παράπονα απ’ τη ζωή που δεν έζησα»

«Ο ΔΗΜΗΤΡΟΣ» 

Του Γ. Φίκαρη
Τον γνώρισα μικρό παιδί τη δεκαετία του 50 τσοπάνη και παραγυιό. Με γένια και μαλλιά ακούρευτα και αχτένιστα,γεμάτα άχυρα. Απλησίαστο, απόμακρο και καχύποπτο. Σχεδόν άγριο. Τα βράδυα δεν έμπαινε στο καφενείο του χωριού. Έβαζε τα δύο του χέρια στο τζάμι και προσπαθούσε να δει τι γινόταν στο εσωτερικό του καφενείου. Μετά,δειλά- δειλά ημέρεψε κι έμπαινε διστακτικά μέσα. Σε λίγο καιρό άρχισε να μιλά με τους χωριανούς. Άργότερα, έγινε ο μόνιμος και ο τελευταίος πελάτης του καφενείου, γιατί μετα τόν περίμενε το αφιλόξενο περιβάλλον της μάντρας. Κρεβάτι του το παχνί των ζώων, μια μεγάλη αστιβιά και ένα παλιοκούρελο για κατοσέντονο. Τούς χειμώνες, με τις τότε μακροχρόνιες παγωνιές, έμπαινε στην αχυρώνα και σκεπάζονταν με άχυρο μέχρι το λαιμό για να μήν κρυώνει.Εκεί πέρασε πολλά απ τα παιδικά, τα εφηβικά και τα υπόλοιπα μέχρι τα τριάντα του.
Στη Λήμνο, τη μεταπολεμική περίοδο η ανέχεια των οικογενειών που δεν είχαν η είχαν μικρό κλήρο, τις ανάγκαζε να στέλλουν τα παιδιά τους σε άλλλες με πρόβατα και χωράφια. Αυτούς που έλεγαν κεχαγιάδες. Αυτό ήταν το «στηχισμα». Ένα είδος προφορικής συμφωνίας, που γινόταν στο πανιγύρι της Παναγίας του 15Αύγουστου. Δέν υπήρχε χρηματικό ποσό στη συμφωνία. Μιά φορεσιά, ένα ζευγάρι λαστιχένια παπούτσια,τρία «πινάκια» στάρι η κριθάρι, άντε και κανένα αρνί.Δουλειά; όσο άντεχες.Τσοπάνος για τα πρόβατα, βολευτής των άλλων ζώων, και όλες τις άλλες κτηνοτροφικές και αγροτικές δουλειές του δυνάστη κεχαγιά.
Στό καφενείο τον αντάμωνα σχεδόν καθε μέρα.Καμιά φορά πίναμε και από ένα ρακί και λέγαμε ιστορίες του κυνηγιού, που ήταν χόμπυ και των δύο. Εκείνη τη μέρα φάνηκε ότι ήθελε να πει και να ξεσπάσει. Έτσι δεν άργησε να αρχίσει :

«Από οκτώ χρόνων «στηχιμένος», μου είπε. Τσοπανέρι σε ξένα χέρια, μακρυά απ το κόσμο. Έφτασα σχεδόν στα 30 μου για να αρχίσω να σκέπτομαι ότι πρέπει να καλλιτερέψω τη ζωή μου και να πάω κοντά στον υπόλοιπο κόσμο. Μέχρι τότε δεν είχα κοιμηθεί σε κρεβάτι. Ούτε καν σε στρώμα. Το καλοκαίρι λίγες αστιβιές σε ένα παχνί και ένα παλιοκούρελο για κατοσέντονο να μην με αγκυλώνουν. Και το χειμώνα, χωνόμουν στο άχυρο του αχυρώνα μέχρι το λαιμό για να μην κρυώνω.
Νερό δεν είχε στη μάντρα. Από ένα ξεροπήγαδο έβγαζα λίγο νερό και το έριχνα στα μούτρα μου για να ξενυστάξω. Έπλενα το σώμα μου μόνο το καλοκαίρι, που κουρεύαμε τα πρόβατα και τα πηγαίναμε στη θάλασσα και τα κάναμε μπάνιο. Το φαί σκέτο ξερό ψωμί. Σπάνια λίγο τυρί γεμάτο απίδαλους ή καμιά παστή σαρδέλα. Ούτε τσορβά , ούτε ζεστό.Μαγειρεμένο ποτέ. Καμιά φορά στα κρυφά έβγαζα λίγο γάλα από καμιά προβατίνα και βουτούσα το ξερό ψωμί. Κάποτε με προλάβε ο κεχαγιάς και κλώτσησε το τσίγκινο πιάτο με το γάλα και το ψωμί. Σημάδι ότι δεν έπρεπε να το ξανακάνω.
Στα τριάντα μου, καταφρονεμένος και ξεχασμένος ακόμα και από τους γονείς και τ’ αδέλφια μου, αποφάσισα να πλησιάσω τους ανθρώπους και να γίνω σαν κι αυτούς. Άρχισα να πηγαίνω σε κάθε είδους μεροκάματο και δυνατός και φιλότιμος όπως ήμουν, έγινα περιζήτητος και άρχισα να μαζεύω χρήματα. Πρώτο μεροκάματο 12 δρχ. Βρήκα μια κοπελούδα και παντρεύτηκα . Έκαμα κι ένα παιδί. Δεν ήταν τυχερό. Τήν έχασα πολύ γρήγορα κι έφυγα για τη χώρα όπου κατάφερα να μπώ στο σωματείο των λιμενεργατών-εκφορτωτών και το μεροκάματο έγινε τότε καλό.Τις μέρες που δεν είχε καράβι δούλευα στα φορτηγά, στα εμπορικά και όπου αλλού εύρισκα. Κοιμόμουν σ’ ένα καλύβι, μέχρι που βρήκα μια δεύτερη σύντροφό και μετακόμισα στο σπίτι. Δόξα το θεό, και λεφτά έκαμα και το παιδί βοήθησα και το τακτοποίησα και ζώ καλά γεράματα. Έχω όμως παράπονα απ’ τη ζωή για τα νειάτα που δεν έζησα, δεν χάρηκα κι εγώ σαν όλους τους άλλους.
«Ας είναι καλά ο κόσμος. Δεν έχω παράπονο από κανένα», έκλεισε την κουβέντα του εκεί. Σηκώθηκε , με χαιρέτησε και έφυγε αμίλητος.

1 σχόλιο:

  1. Να προσθεσω και γω ,οτι τον ανθρωπο αυτο τον ξερω,δουλευε καποια χρονια στο γραφειο του πατερα μου,ειναι σπαθι στο λογο του και εκτιμα τους ανθρωπους..Να εισαι καλα να γινεις 100 χρονων,να σε βλεπω οταν ερχομαι απο την αμερικη..
    Γ.Β.
    Το αρθρο ειναι πολυ καλο κ.Φικαρη

    ΑπάντησηΔιαγραφή